3.15.2016

Είναι λύση τα «λευκά κελιά» στο ΕΣΥ;


Διάδρομος νοσοκομείου 
Το ερώτημα «ποινή ή θεραπεία;» για τους «ακαταλόγιστους» ψυχικά ασθενείς επαναφέρει η επιστολή του Συλλόγου Νοσηλευτών Ψυχιατρικών Νοσοκομείων του ΕΣΥ Ν. Αττικής προς τους υπουργούς Υγείας και Δικαιοσύνης και τον διοικητή του ΨΝΑ «Δαφνί», με την οποία ζητείται να μεριμνήσουν για την... κατάλληλη φύλαξη των «επικίνδυνων» ασθενών, «προτού θρηνήσουμε θύματα»

Μιλώντας στην «Εφ.Συν.», οι Θ. Μεγαλοοικονόμου (πρώην διευθυντής του 9ου Ψυχιατρικού Τμήματος του Ψυχιατρικού Νοσοκομείου Αττικής-ΨΝΑ), Θωμάς Υφαντής (ειδικός σύμβουλος του υπουργού Υγείας για θέματα Ψυχικής Υγείας, καθηγητής Ψυχιατρικής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων) και Γιάννης Αλεξάκης (δικηγόρος, μέλος της Ειδικής Επιτροπής Ελέγχου Προστασίας των Δικαιωμάτων των Ατόμων με Ψυχικές Διαταραχές) συγκλίνουν στο ότι ο ψυχικά ασθενής δεν απαλλάσσεται εκ προοιμίου για τις πράξεις του και τις συνέπειες αυτών, αλλά διατηρεί παράλληλα και ακέραια τα δικαιώματά του ως πολίτη.

Σε ένα τοπίο έρημο από υπηρεσίες ψυχικής υγείας -ανύπαρκτες έως άκρως αδύναμες- όπως το άφησαν οι πολιτικές διάλυσης του συστήματος υγείας των προηγούμενων κυβερνήσεων και ενώ η σημερινή κυβέρνηση, που αδιαμφισβήτητα έχει καθυστερήσει, έχει δώσει δείγματα της μεγάλης προσπάθειας που καταβάλλει για την ανατροπή των κοινωνικών ερειπίων, το δικαστικό ψυχιατρείο εξακολουθεί να παρουσιάζεται από μια μερίδα της θεραπευτικής κοινότητας ως το σύμβολο προστασίας της κοινωνίας από τον «επικίνδυνο ψυχικά ασθενή», οδηγώντας στην περαιτέρω απόρριψη και στον κοινωνικό αποκλεισμό των ατόμων με προβλήματα ψυχικής υγείας.


Μια επιστολή προς τους υπουργούς Υγείας και Δικαιοσύνης και τον διοικητή του ΨΝΑ «Δαφνί» από τον Σύλλογο Νοσηλευτών Ψυχιατρικών Νοσοκομείων του ΕΣΥ Ν. Αττικής, στις αρχές της περασμένης εβδομάδας, που τάσσεται αναφανδόν υπέρ της ίδρυσης δικαστικού ψυχιατρείου και την ανάληψη των ασθενών αυτών από το δικαστικό/σωφρονιστικό σύστημα, διατύπωνε την καθόλου καινούργια άποψη ότι οι ασθενείς αυτοί δεν έχουν καμία θέση στις μονάδες ψυχικής υγείας του ΕΣΥ, αλλά χρειάζονται «ειδικούς χώρους», διαβαθμισμένης ή μη επικινδυνότητας, σε κάθε περίπτωση πάντως εκτός συστήματος ψυχικής υγείας.

Με αφορμή τη λήξη σύμβασης φύλαξης «ακαταλόγιστου» ασθενή από εταιρεία σεκιούριτι (!), οι νοσηλευτές θέτουν στην επιστολή τους θέμα «δημόσιας ασφάλειας» και καταφέρονται κατά του συνόλου των νοσηλευομένων με το άρθρο 69 του Ποινικού Κώδικα στο Δαφνί -περίπου 90 όπως αναφέρουν- η ύπαρξη των οποίων μέσα στο ψυχιατρείο, κατ' αυτούς, θέτει το προσωπικό «ενώπιον άμεσου και παρόντος κινδύνου κατά της ανθρώπινης ζωής».

Ζητούν από τους παραλήπτες της επιστολής, «προτού θρηνήσουμε θύματα», να μεριμνήσουν για τη μεταξύ άλλων «φύλαξη των ασθενών αυτών από κατάλληλα εκπαιδευμένο φυλακτικό προσωπικό, δημιουργία δωματίων κατάλληλα διαμορφωμένων για τη νοσηλεία-φύλαξη επικίνδυνων ασθενών, λήψη πρόσθετων μέτρων ασφαλείας», όπως εξήγησε, μιλώντας στην «Εφ.Συν», ο πρόεδρος του Συλλόγου, Γεώργιος Αβραμίδης.

«Μπορούμε όμως στα σοβαρά να μιλάμε για εξοβελισμό των ανθρώπων αυτών από τις υπηρεσίες ψυχικής υγείας του ΕΣΥ; Αλήθεια, τέτοια ψυχιατρική μεταρρύθμιση θέλουμε;», διερωτάται ο συνταξιοδοτημένος σήμερα Θ. Μεγαλοοικονόμου, πρώην διευθυντής του 9ου Ψυχιατρικού Τμήματος του Ψυχιατρικού Νοσοκομείου Αττικής (ΨΝΑ).

Αλλαγή κατ' όνομα

«Τμήμα κρατουμένων», όπως ονομαζόταν στη δεκαετία του '80, «τμήμα ακαταλογίστων» και «δικαστικό ψυχιατρείο» είναι τρεις όροι για το ίδιο πράγμα.

Ο τρίτος αποτελεί το πιο σύγχρονο «σερβίρισμα» του εν λόγω τμήματος, με τα ίδια δομικά και λειτουργικά στοιχεία του αλήστου μνήμης τμήματος που, στα τέλη της δεκαετίας του '80, γιατροί και γενικότερα το προσωπικό του ΨΝΑ είχαν διεκδικήσει και, εν τέλει, καταφέρει να κλείσει.

«Κοντεύουν περίπου 30 χρόνια από τότε που έκλεισε το τμήμα των “ακαταλογίστων” στο ΨΝΑ -μια κίνηση που σκοπό είχε να εξαλείψει μια από τις πιο κατασταλτικές και βάρβαρες δομές του ψυχιατρικού ασύλου», σημειώνει ο Θ. Μεγαλοοικονόμου.

Από τη στιγμή που η λογική της λύσης που επαναπροτείνεται είναι «ο εγκλεισμός μέσα σ' ένα κλειδωμένο τμήμα 80-100 και παραπάνω ασθενών, κατηγοριοποιημένων στη βάση τού ότι έχουν διαπράξει ποινικό αδίκημα, ανεξάρτητα από το πώς θα περιγράψεις και θα συγκροτήσεις τις διαδικασίες λειτουργίας του, είναι η λογική του ολοπαγούς ιδρύματος που θα το διέπει, επί της οποίας, πέραν όλων των άλλων δομικών και εγγενών χαρακτηριστικών της, θα είναι η ίδια η φύση της ταξινομικής κατηγορίας των ανθρώπων που θα περιθάλπει, με χαραγμένο το πρόσημο της επικινδυνότητας, που θα επιβάλλει τον χαρακτήρα και τις αρχές της», επισημαίνει ο Θ. Μεγαλοοικονόμου.

Στο δίλημμα «ποινή ή θεραπεία για τους ψυχικά ασθενείς» απαντά κατηγορηματικά «προφανώς θεραπεία» ο Θωμάς Υφαντής, ειδικός σύμβουλος του υπουργού Υγείας για θέματα Ψυχικής Υγείας, καθηγητής Ψυχιατρικής Πανεπιστημίου Ιωαννίνων.

«Δεν είμαστε υπέρ τού να διαμορφώσουμε χώρους απομόνωσης, λευκά κελιά. Κάθε άλλο. Η πολιτική του υπουργείου Υγείας είναι η προώθηση κάθε μορφής κοινοτικής ψυχιατρικής».

Ο ειδικός σύμβουλος του υπουργού επισημαίνει κατ' αρχήν το προβληματικό κενό νόμου
«Θα πρέπει να δημιουργηθεί νόμος, ο οποίος να ξεχωρίσει τη θεραπεία από τη φύλαξη». 

Από εκεί και πέρα -εξηγεί- «μιλάμε για έναν πολύ μεγάλο αριθμό ασθενών, ένα ελάχιστο ποσοστό του οποίου χρειάζεται ειδική φροντίδα. Ξεχνάμε ότι από αυτούς τους 90 ασθενείς, οι 30 είναι σε δομές στην κοινότητα, βρίσκονται δηλαδή ήδη σε αποκατάσταση, παρά το νομικό κενό, με ευθύνη των θεραπόντων ιατρών τους».

«Ακαταλόγιστους έχουμε πολλούς», εξηγεί ο Γ. Αλεξάκης, δικηγόρος, μέλος της Ειδικής Επιτροπής Ελέγχου Προστασίας Δικαιωμάτων των Ατόμων με Ψυχικές Διαταραχές (Ν. 2716/1999).

«Ολοι για κάποιο λόγο έχουν διαπράξει κάποιο αδίκημα. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι είναι διαρκώς επικίνδυνοι. Διότι ο νόμος έτσι τους αντιμετωπίζει. Επειδή έκαναν μια πράξη κάποτε, είναι επικίνδυνοι εσαεί».

Σύμφωνα με το άρθρο 69 του ποινικού κώδικα, η συνήθης πρακτική είναι να έχει κριθεί ο κατηγορούμενος ακαταλόγιστος από το δικαστικό συμβούλιο ήδη από το στάδιο της προδικασίας.

Η ποινική δίωξη παύει και η υπόθεση δεν φτάνει ώς το ακροατήριο, αλλά το μέτρο ασφαλείας διατάσσεται προδικαστικά.

Οι «γκρίζες ζώνες» της νομοθεσίας

◼ Ο όρος «επικίνδυνος» είναι μια αόριστη και αφηρημένη έννοια, όπως η επικινδυνότητα των ακαταλόγιστων δραστών -για την οποία ο νομοθέτης δεν παρέχει αξιολογικά κριτήρια.
Ετσι, με βάση ποια στοιχεία μπορεί τελικά να κριθεί η επικινδυνότητα του ακαταλόγιστου ψυχικά πάσχοντος;

«Η επίκληση μιας αφηρημένης διακινδύνευσης της δημόσιας τάξης και ασφάλειας -τη στιγμή που στην πραγματικότητα κανένας συγκεκριμένος κίνδυνος δεν συνέτρεχε- αποτέλεσε τη νομιμοποιητική βάση για την αρμοδιότητα των δικαστών να αποφασίζουν για τον εγκλεισμό των “επικινδύνων”. Η “λογική” αυτή οδηγεί στην “αντικειμενικοποίηση” των ψυχικά πασχόντων, διότι παραβλέπεται εντελώς η παθολογική κατάσταση των ποινικά ακαταλόγιστων ατόμων», απαντά ο Γ. Αλεξάκης.

◼ Οσον αφορά την επίκληση της δημόσιας ασφάλειας από τον νόμο και τον τρόπο εφαρμογής της, που ως αποτέλεσμα έχει τη μακροχρόνια ή και ισόβια παραμονή σε ψυχιατρικά καταστήματα, είναι συμβατή με μια θεραπευτική λογική;

«Οχι», λέει ο Θ. Μεγαλοοικονόμου, ενώ ο Γ. Αλεξάκης επισημαίνει ότι «ούτε συνταγματικά στέκεται. Η συνταγματικότητα του άρθρου 69 του Π.Κ. έρχεται σε ρήξη με σειρά δικαιωμάτων και εγγυήσεων συνταγματικής περιωπής, στα άρθρα 2 παρ.1 - απαραβίαστο ανθρώπινης αξίας, 5 παρ. 1 - ανάπτυξη προσωπικότητας, 5 παρ. 5 - ατομικό δικαίωμα στην προστασία της υγείας, 21 παρ. 3 - προστασία της υγείας στο πλαίσιο του κοινωνικού κράτους δικαίου».

◼ Ακόμα, η διάρκεια φύλαξης του ακαταλόγιστου ασθενή, για την οποία φροντίζει η εισαγγελική αρχή, συνεχίζεται όσο χρόνο το επιβάλλει η δημόσια ασφάλεια, ενώ κάθε τρία έτη το δικαστήριο των πλημμελειοδικών, στην περιφέρεια του οποίου εκτελείται η φύλαξη, αποφασίζει αν αυτή πρέπει να εξακολουθήσει και εξακολουθεί, καθώς οι άνθρωποι αυτοί ξεχνιούνται.

«Τα χρονικά όρια που τίθενται για την επανεξέταση του μέτρου είναι κατά πολύ μεγαλύτερα από αυτά που θα επέβαλλε το συμφέρον της ψυχικής υγείας του ασθενούς, αλλά και οι κατευθύνσεις του Ευρωπαϊκού Δικαίου. Ο έγκλειστος ψυχικά ασθενής αντιμετωπίζει όμως ούτως ή άλλως τον κίνδυνο του μακροχρόνιου -έως και ισόβιου- εγκλεισμού, καθώς και αυτή η προβλεπόμενη τριετία δεν τηρείται στην πράξη, με το διάστημα επανεξέτασης να μετρά ακόμη και περισσότερες της μιας δεκαετίες», εξηγεί ο νομικός.

Πρώτα η «δημόσια ασφάλεια»

Διαφαίνεται επομένως ότι τα άρθρα 69 και 70 του ποινικού κώδικα έχουν θέσει ως κύρια βάση λειτουργίας του ως άνω μέτρου ασφάλειας την προστασία της «δημόσιας ασφάλειας» και όχι τη θεραπεία του αναγκαστικά εγκλειόμενου προσώπου, σημειώνει ο Θ. Μεγαλοοικονόμου.

Σε κάθε περίπτωση, στο άρθρο 70 Π.Κ. απουσιάζει πλήρως οποιαδήποτε αναφορά στη θεραπεία ή σε πρακτικές συμβατές και συνεπείς με μια θεραπευτική λογική, προσθέτει ο Γ. Αλεξάκης.

«Η ειδική ομάδα εργασίας του υπουργείου Υγείας», αναφέρει ο Θ. Υφαντής, «επεξεργάζεται από την αρχή το πλαίσιο νοσηλείας των ασθενών αυτών, λαμβάνοντας υπόψη όλους τους παράγοντες -ιατρικούς, οικονομικούς, νομικούς και παράγοντες πολιτισμού- με γνώμονα τον σεβασμό των δικαιωμάτων των ασθενών που νοσηλεύονται με το άρθρο 69 του ποινικού κώδικα».

Εκείνο που χρειαζόμαστε, συμφωνούν οι τρεις άνδρες, είναι μια θεραπεία προσανατολισμένη στην ουσιαστική επανένταξη του πάσχοντος και ταυτόχρονα ένα μέτρο ασφαλείας που στοχεύει στην άρση της επικινδυνότητας του δράστη, μέσω ακριβώς της θεραπείας του και όχι διά του ισόβιου εγκλεισμού του.

Στην πορεία αυτή είναι σημαντικό να μην παραβλέπεται ότι ο ψυχικά ασθενής δεν απαλλάσσεται εκ προοιμίου για τις πράξεις του και τις συνέπειες αυτών, διατηρεί όμως παράλληλα και ακέραια τα δικαιώματά του ως πολίτης.

Στο ερώτημα «ποινή ή θεραπεία;», υπό την έννοια ότι μπορούμε πραγματικά να επιδιώξουμε την πλήρωση είτε του ενός όρου είτε του άλλου, η απάντηση -εξηγούν- βρίσκεται στη διαλεκτική μεταξύ τους σχέση, υπό την αντίληψη ενός ανθρώπου -όπως τον περιέγραψε ο Φουκό- που διατηρεί ταυτόχρονα τις ιδιότητες του ψυχικά πάσχοντος, αλλά και τις ικανότητες κάθε ανθρώπου.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου