3.12.2014

Γιατί οι άνθρωποι μέμφονται τον εαυτό τους

της Jennifer Silva
αναδημοσίευση από  http://criticalpsy-net.blogspot.gr/
 
Η Barbara Fried καθηγήτρια νομικής στο Πανεπιστήμιο του Stanford στο εισαγωγικό δοκίμιό της για το φόρουμ Boston Review με τίτλο «Beyond Blame», επισημαίνει πως κατά τη διάρκεια των τελευταίων τεσσάρων δεκαετιών έχει παρατηρηθεί μια ραγδαία αύξηση στο κατά πόσο οι άνθρωποι «μέμφονται τον εαυτό τους», με τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές να καθιστούν το άτομο ως το μόνο που είναι υπεύθυνο για τη μοίρα του. Η ελευθερία και η αξιοπρέπεια έχουν γίνει αλληλένδετες με την προσωπική ευθύνη –και η αυτομομφή αποτελεί το καινούριο μότο μας κινητοποίησης. Η ολοένα και μεγαλύτερη ευαλωτότητα των κοινοτήτων και των οικογενειών μας κατά την ίδια χρονική περίοδο, συνέβαλλε στο να παγιωθεί η αντίληψη ότι ο καθένας πρέπει να βασίζεται μόνο στον εαυτό του. Ο προηγούμενος κυβερνητικός εκπρόσωπος και υποψήφιος για τις προεδρικές εκλογές Ron Paul συνόψισε αυτό το πνεύμα αυτομομφής όταν το 2011 σε ένα τηλεοπτικό debate υποστήριξε με ενθουσιώδη τρόπο ότι η απόφαση να αποποιηθούν την ασφάλεια υγείας τους αποτελεί θεμελιώδες δικαίωμα των αμερικάνων. Όταν ο συντονιστής του debate τον ρώτησε αν αυτή του η δήλωση σημαίνει ότι είναι προτιμότερο να πεθάνει κάποιος που είναι βαριά τραυματισμένος αλλά ανασφάλιστος απ’ το να του παρέχεται κρατική φροντίδα, μπορούσαν να ακουστούν ξεκάθαρα μέλη του κοινού να φωνάζουν «Ναι»! Αν πάρεις ένα ρίσκο και πετύχεις, τότε είσαι ήρωας. Αν πάρεις ένα ρίσκο και αποτύχεις, τότε είσαι ο μοναδικός υπαίτιος –ακόμα κι αν αυτό σου κοστίσει τη ζωή σου. Το να παίρνει κανείς ρίσκο και το να ρίχνει την ευθύνη στον εαυτό του αποτελεί χαρακτηριστικό γνώρισμα μιας άξιας προσωπικότητας στην σύγχρονη αμερικανική κοινωνία.


Η αυτομομφή συνδέεται άμεσα με την εξουσία και την ανισότητα μιας και ο τρόπος με τον οποίο αυτή αποδίδεται, ευνοεί τους ισχυρούς. Ωστόσο, η κρίσιμη ερώτηση είναι γιατί άνθρωποι που δεν ευνοούνται απ’ το συγκεκριμένο σύστημα –δηλαδή η συντριπτική πλειοψηφία των αμερικάνων– υποστηρίζουν με τόσο έντονο τρόπο το συγκεκριμένο σύστημα ηθικών αξιών. Αναζητώντας μια απάντηση πέρασα αρκετά χρόνια της ζωής μου ερευνώντας την αμερικανική εργατική τάξη, αυτούς ακριβώς τους ανθρώπους που έχουν πνιγεί από τα χρέη και που δεν μπορούν να πληρώσουν τα φοιτητικά τους δάνεια. Παρατήρησα το πως αναπτύσσεται η αυτομομφή στην καθημερινότητα προκειμένου να προσφέρει λύση σε πολλά προβλήματα –να διαμορφώσει τον εαυτό, να κρίνει τι είναι άξιο και τι όχι, να προσδώσει αξιοπρέπεια και να προσφέρει μια ερμηνεία για τις αποτυχίες. Εν συντομία, έμαθα ότι το να μέμφεται κανείς τον εαυτό του αποτελεί μία στρατηγική με την οποία μετατρέπει αυτό που είναι αβέβαιο, σε κάτι βέβαιο.
 
Θα ήθελα να μοιραστώ μαζί σας το παράδειγμα της Monica, μιας 31χρονης γυναίκας της εργατικής τάξης, που κατάγεται από κάποια πολιτεία στα βορειοανατολικά. Η Monica χρησιμοποιεί την ηθική της αυτομομφής για να προσδώσει νόημα και μια αίσθηση προόδου σε μια ζωή γεμάτη αποτυχίες, συνεχείς αλλαγές και απογοητεύσεις. Μετά την αποφοίτησή της απ’ το λύκειο, η Monica βρήκε την πρώτη της δουλειά σε ένα εργοστάσιο παιχνιδιών κοντά στο σπίτι της, όπου είχε ως αρμοδιότητα να πακετάρει τις κούκλες που ήταν έτοιμες για αποστολή. Όταν το εργοστάσιο έκλεισε, την προσέλαβαν σε ένα άλλο με ηλεκτρικά είδη, στο οποίο περνούσε 8 ώρες την ημέρα τοποθετώντας μικροσκοπικά ελατήρια μέσα σε διακόπτες. Έκτοτε έχει δουλέψει ως σερβιτόρα, ως οδηγός φορτηγού, ως βοηθός σε φάρμα, ως υπάλληλος τηλεμάρκετινγκ και ως νοσοκομειακή βοηθός. Λίγο πριν κλείσει τα 30 και μετά το ναυάγιο μιας κατά τα φαινόμενα σοβαρής σχέσης, επέστρεψε στο πατρικό της προκειμένου να εγκατασταθεί μόνιμα εκεί και να βοηθήσει στην επιχείρηση υλοτομίας του πατέρα της. 
 
Η Monica ποτέ δεν οραματίστηκε ένα δικό της μέλλον. «Δεν υπήρχε πενταετές σχέδιο», μου είπε γελώντας. Στη συνέχεια όμως, κατσούφιασε καθώς μου περιέγραφε το πως ξεκίνησε τα ναρκωτικά και το αλκοόλ ώστε να καταφέρει να αντιμετωπίσει την πίεση που ένιωθε και να ξεφύγει απ’ τις προβληματικές οικογενειακές της σχέσεις. Κατάφερε να μείνει καθαρή όταν συνειδητοποίησε ότι η ζωή της κατέληγε σε αδιέξοδο. Παρά το γεγονός ότι έχει υποτροπιάσει κάποιες φορές και αναγκάστηκε να διακόψει τις συνεδρίες με τον θεραπευτή της επειδή έχασε την ασφαλιστική κάλυψη για την υγεία της, η Monica τώρα για πρώτη φορά στη ζωή της νιώθει συγκεντρωμένη στους στόχους της και αισιόδοξη. Αρχίζει να φοιτά σε κολλέγιο, έχοντας δανειστεί κάμποσες χιλιάδες δολάρια και ευελπιστώντας να κάνει καριέρα σαν καλλιτέχνιδα. Προσπαθεί να βλέπει πάντα την αισιόδοξη πλευρά των πραγμάτων και πιστεύει ότι η ευτυχία βρίσκεται στο χέρι της: ακόμα και όταν της έκλεψαν το ποδήλατο –το μοναδικό μεταφορικό μέσο που διέθετε– εκείνη είπε: «δεν πειράζει, έπρεπε να ξεφορτωθώ αυτό το ποδήλατο επειδή ήταν mountain bike και να πάρω ένα πιο απλό για μέσα στην πόλη». Παρόλο που οικονομικά «κρέμεται από μια κλωστή» και παρόλο που οι σχέσεις της βρίσκονται σε αδράνεια, διατηρεί την πίστη στην ικανότητά της να ακολουθήσει το μονοπάτι που θα την οδηγήσει σε μία ζωή γεμάτη νόημα –για όσο διάστημα παραμένει μακριά απ’ τις ουσίες: «Επειδή αν δεν καταφέρω να μείνω καθαρή, ξέρεις, μπορεί να ξαναρχίσω να πίνω, κι αυτό θα σήμαινε πως θα χάσω τα πάντα».
 
Όσο οι ανισότητες στην Αμερική αυξάνονται, πολλοί/ές γίνονται σαν τη Monica. Μαθαίνουμε να μην έχουμε προσδοκίες για αφοσίωση στην εργασία μας ή σταθερότητα στις σχέσεις μας. Παίρνουμε ρίσκα συχνά χωρίς καθοδήγηση από άλλους και με ελλιπή γνώση και προσπαθούμε να δημιουργήσουμε ζωές που να μοιάζουν σταθερές και άξιες να τις ζήσει κανείς. Και όταν αποτυγχάνουμε, μαζεύουμε μόνοι τα κομμάτια μας, και ξεκινάμε ξανά. Όταν οι δουλειές είναι βραχύχρονες, οι οικογένειες ευάλωτες, οι θεσμοί καταρρέουν και η εμπιστοσύνη στους συνανθρώπους μας έχει χαθεί, το να επωμιστεί κάποιος/α την ευθύνη για τα όσα του/της συμβαίνουν δίνει προσωρινά μια αίσθηση ελέγχου στη ζωή και ύπαρξης νοήματος. Το να μέμφεται κανείς τον εαυτό του αποδεικνύεται ως ένας μηχανισμός ζωτικής σημασίας για να αντιμετωπίσει κανείς το χάος, την απελπισία και την ανασφάλεια που απειλεί καθημερινά να στραγγίξει κάθε ίχνος αξιοπρέπειας και τάξης απ’ τη ζωή μας. Μουδιάζουμε τον πόνο της προδοσίας και ικανοποιούμε τη δίψα μας για σχετίζεσθαι με άλλους, με το να πλάθουμε στο μυαλό μας την εικόνα του εαυτού μας ως εκείνου που είναι κυρίαρχος της μοίρας του.
 
Η αυτομομφή υποβαστάζεται από μια βιομηχανία αυτοβοήθειας πολλών εκατομμυρίων δολαρίων. Η πραγματική της δύναμη όμως έγκειται στην υπόσχεση ότι μπορούμε με τη βούλησή μας να έχουμε μία χαρούμενη και επιτυχημένη ζωή, στην ικανότητά της αυτομομφής να προσδίδει στο άτομο δύναμη μέσα απ’ την αποτυχία, την ανασφάλεια και την αβεβαιότητα. Όπως μου εξήγησε και μια άλλη νεαρή γυναίκα, η Kelly, η οποία εργάζεται ως μαγείρισσα και που ανά διαστήματα έμενε στο αυτοκίνητό της: «Η ζωή δεν μου χρωστάει καμία χάρη. Ξέρω ότι είμαι ξεχωριστή και μοναδική σαν άτομο, αλλά αυτό δε σημαίνει ότι κάποιος πρέπει να το αναγνωρίσει αυτό ή να με βοηθήσει να πετύχω τους στόχους μου». Όσοι ασπάζονται τη λογική της αυτομομφής τείνουν να μην νοιάζονται και να μην δείχνουν συμπόνια γι αυτούς που δεν μπορούν να βελτιώσουν μόνοι τους την κατάστασή τους χωρίς καμιά βοήθεια από τους άλλους. Σύμφωνα με αυτή τη λογική, αν εγώ πρέπει να τα βγάζω πέρα μόνος/η μου, τότε καθένας/μία οφείλει να κάνει επίσης το ίδιο.
 
Όπως υποστηρίζει η Fried, η αυτομομφή έχει σημαντικές επιπτώσεις τόσο σε πολιτικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο. Καταρχάς δημιουργεί διαιρέσεις μεταξύ νικητών και ηττημένων σε διάφορες κοινότητες που θα μπορούσαν δυνητικά να αναπτύξουν σχέσεις αλληλεγγύης. Αυτό που είναι όμως ακόμη πιο ανησυχητικό είναι πως η αναζήτηση της προσωπικής ευθύνης και ο ζήλος που παρατηρείται στο να ρίχνει κανείς το φταίξιμο στον εαυτό του αποκρύπτει τις ευρύτερες δυνάμεις που έχουν εξασθενήσει το προστατευτικό κοινωνικό μας δίκτυο, τις κοινότητες και τις οικογένειες μας. Το να ξεφορτωθούμε την άσκοπη αυτομομφή –η οποία στρέφεται τόσο απέναντι στους άλλους όσο και απέναντι στον εαυτό μας– προϋποθέτει τη δημιουργία θεσμών οι οποίοι θα αποκαθιστούν με μεγάλη προσοχή και φροντίδα το συλλογικό μας απόθεμα νοήματος, εμπιστοσύνης και αξιοπρέπειας. 
 

Μετάφραση:Ειρήνη Καμαράτου

Επιμέλεια: Δίκτυο Κριτικής Ψυχολογίας
 
Ο πίνακας είναι του Constant Nieuwenhuys
 
 
  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου