Κρατώντας αποστάσεις από το
όραμα της πάλαι ποτέ «ψυχιατρικής μεταρρύθμισης», για τον μετασχηματισμό
και την υπέρβαση του ψυχιατρείου προς ένα ολοκληρωμένο, βασισμένο στην
κοινότητα, δημόσιο και δωρεάν σύστημα ψυχικής υγείας, το υπουργείο
Υγείας στο πρώτο του νομοθέτημα για τον πολύπαθο χώρο αρκείται σε μια
διοικητική μεταρρύθμιση των υπηρεσιών ψυχικής υγείας, χωρίς ψήγμα
πραγματικής διάθεσης χάραξης πολιτικής.
Η «Εφ.Συν.» παρουσιάζει το σχέδιο νόμου «Μεταρρύθμιση της Διοικητικής Οργάνωσης των Υπηρεσιών Ψυχικής Υγείας», το οποίο θα τεθεί προσεχώς σε δημόσια διαβούλευση και στη συνέχεια θα κατατεθεί στη Βουλή.
Ενα νομοσχέδιο, στο οποίο διαφαίνεται ότι -ελλείψει πλαισίου-
επινοείται ένα διοικητικό κατασκεύασμα, που εντέλει -στην πράξη-
διαπομπεύει την έννοια ψυχιατρική μεταρρύθμιση, δηλώνουν, μιλώντας στην
«Εφ.Συν.», δύο από τους πρωτεργάτες της αρχής του εγχειρήματος της
ψυχιατρικής μεταρρύθμισης στη χώρα μας, της πρακτικής του ριζικού
μετασχηματισμού στη Λέρο: ο Θόδωρος Μεγαλοοικονόμου, συνταξιοδοτημένος διευθυντής Ψυχιατρικής Κλινικής του Εθνικού Συστήματος Υγείας, και ο Κώστας Μπαϊρακτάρης, καθηγητής Ψυχολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.
Αναδιοργάνωση
Το νομοσχέδιο του υπουργείου Υγείας εξαντλείται στην κατάργηση παλιών και τη συγκρότηση νέων Τομέων και Επιτροπών.
Με λίγα λόγια, σε μία διοικητική αναδιοργάνωση. Το οργανόγραμμα της
νέας διοικητικής μεταρρύθμισης της ψυχικής υγείας στη χώρα μας έχει στην
κορυφή τη Διεύθυνση Ψυχικής Υγείας του υπουργείου Υγείας, υπό την οποία
βρίσκονται οι Υγειονομικές Περιφέρειες και οι Περιφερειακές Διοικήσεις
Τομέων Ψυχικής Υγείας (ΠεΔιΤοΨΥ), οι Τομείς Ψυχικής Υγείας (ΤοΨΥ), όπου
ανήκουν οι Τομείς Ψυχικής Υγείας Παιδιών και Εφήβων (ΤοΨΥΠΕ) και οι
Επιστημονικές Επιτροπές για ενήλικες (ΤΕπΕ) και για παιδιά και εφήβους
(ΤΕπΕΠΕ) και οι Τομεακές Επιτροπές Ελέγχου Προστασίας των Δικαιωμάτων
των Ληπτών Υπηρεσιών Ψυχικής Υγείας.
Η εμπειρία της πορείας τέτοιων τομέων και επιτροπών στη χώρα μας που
συγκροτήθηκαν μετά τη Λέρο, όπως κι αν τους μετονόμασε διαχρονικά η
εκάστοτε πολιτική ηγεσία του υπουργείου Υγείας, είναι απογοητευτική.
Ο τελευταίος νόμος 2716/99 με το ίδιο σκεπτικό συγκροτούσε τομείς που
δεν λειτούργησαν, δεν συνέρχονταν, άλλαζαν σύνθεση κάθε φορά που
άλλαζαν και οι υπουργοί.
Στην περίπτωση και αυτού του νέου νομοσχεδίου υπάρχει ασάφεια γύρω από το τι και πώς θα γίνουν όλα.
Η ανάθεση κάποιων αρμοδιοτήτων θεωρητικά, όταν στην πράξη δεν υπάρχει πλάνο, θα μείνει στα χαρτιά.
Επιπλέον, αυτή τη φορά επιχειρείται η σύνδεση των επιτροπών με τις περιφέρειες, κάτι που αρχικά είχε εξαγγείλει η Ν.Δ.
Συγκεκριμένα, η προηγούμενη κυβέρνηση μιλούσε για μεταβίβαση των κέντρων ψυχικής υγείας στους δήμους.
Η τοποθέτηση εκπροσώπου της τοπικής αυτοδιοίκησης στις επιτροπές,
όπως ορίζει το νέο νομοσχέδιο, μάλλον δεν είναι τυχαία, ενώ δίνονται
στις περιφέρειες αρμοδιότητες για τη σύσταση, τη μείωση, τη συγχώνευση,
τη μετακίνηση προσωπικού, με απόσπαση ή μετάταξη, ώστε να κλείσουν
τρύπες με μετακινήσεις, χωρίς να υπάρχει πλάνο με το ποιες υπηρεσίες
χρειάζονται σε κάθε τομέα.
Απλώς διαχείριση
«Η οργάνωση, ο σχεδιασμός και η υλοποίηση μιας ψυχιατρικής
μεταρρύθμισης στηρίζεται σε πραγματικές ανάγκες, πραγματικά δεδομένα.
Εδώ έχουμε μία άσκηση επί χάρτου», λέει ο Θ. Μεγαλοοικονόμου.
«Διαβάζοντας το κείμενο υπάρχει ο κίνδυνος να εγκλωβιστεί κανείς
σε μια διοικητική, διαχειριστική τεχνολογία, η οποία απέχει πάρα πολύ
από τα ζητήματα που σχετίζονται με την υγεία και στην περίπτωσή μας την
ψυχική υγεία» συμπληρώνει ο Κ. Μπαϊρακτάρης.
Η κριτική των δύο αντρών με τους οποίους η «Εφ.Συν.» μοιράστηκε το
νομοσχέδιο, το οποίο δεν έχει δημοσιοποιηθεί ακόμα, γίνεται σε τρία
επίπεδα:
► του επιστημονικού παραδείγματος,
► του συστήματος που προτείνεται ως οργάνωση
► και των πολιτών με ψυχιατρική εμπειρία.
Μπορεί ο υπουργός Υγείας Ανδρέας Ξανθός να μίλησε πρόσφατα κατά την
παρουσίαση του νομοσχεδίου στο Κυβερνητικό Συμβούλιο Κοινωνικής
Πολιτικής (ΚΥΣΚΟΙΠ) για νομοσχέδιο που αποτελεί «σημαντική θεσμική αλλαγή, ενισχυτική της ολοκλήρωσης της ψυχιατρικής μεταρρύθμισης», για «μεταρρυθμιστική
πρωτοβουλία προς την ολοκληρωμένη προστασία και την προαγωγή του αγαθού
της ψυχικής υγείας, με απόλυτο σεβασμό των ασθενών μέσα από ένα
ενισχυμένο διοικητικό σύστημα υψηλής λειτουργικότητας και αυξημένης
κοινωνικής ανταποδοτικότητας», ωστόσο διαβάζοντας το σχέδιο νόμου κάτι τέτοιο δεν προκύπτει.
Γνωρίζουμε ότι η ψυχιατρική μεταρρύθμιση, ο μετασχηματισμός και η
αποϊδρυματοποίηση, που έγινε υπόσχεση μετά τη διεθνή κατακραυγή της
χώρας μας το 1989, δεν προχώρησαν.
Συγκεκριμένη πρακτική στόχευση για την Ψυχική Υγεία, για τη
θεραπευτική αντιμετώπιση και τα δικαιώματα των ψυχικά πασχόντων
βρίσκονται στο περιθώριο των όποιων προτεραιοτήτων του πολιτικού
συστήματος αλλά και της ευρύτερης κοινωνίας.
Καμία πρόταση
Ετσι κι εδώ το νομοσχέδιο του υπουργείου Υγείας δεν έχει να προτείνει
μια «άλλη ψυχιατρική» στην κατεύθυνση της κοινωνικής χειραφέτησης,
μακριά από αυτό που στην ψυχιατρική ονομάστηκε «Λέρος», δηλαδή
βαρβαρότητα και αθλιότητα του συστήματος και των πάσης φύσεως ιδρυμάτων.
Δεν παίρνει απόσταση από τον μονόδρομο, που η ίδια η κυρίαρχη ψυχιατρική κοινότητα διατηρεί, «μια
ψυχιατρική που "χάνει τον άνθρωπο πίσω από την αρρώστια", που δεν
βλέπει ανθρώπους αλλά διαγνωστικές κατηγορίες, που σχετίζεται με τον
"άλλο" μόνο, μετατρέποντάς τον σε "πράγμα", στο "αντικείμενο αρρώστια",
που όσο πιο πολύπλοκο και δύσκολο είναι αυτό το "αντικείμενο", τόσο
περισσότερο επιφυλάσσει σε αυτό την απλοποιητική λύση του περαιτέρω
εγκλεισμού, της απομόνωσης και της θεραπευτικής εγκατάλειψης», όπως επισημαίνει ο Θ. Μεγαλοοικονόμου.
«Αναπαράγεται στο νομοσχέδιο το κλασικό ψυχιατρικό παράδειγμα,
που σε επίπεδο οργάνωσης του συστήματος και της περίθαλψης είναι η
παντελής αυτονόμηση της ψυχικής υγείας από το σύστημα υγείας. Ωστόσο η
σύνδεσή της με το ΕΣΥ είναι απαραίτητη, γιατί αλλιώς έχουμε να κάνουμε
με ψυχιατρικοποίηση-ψυχολογικοποίηση των προβλημάτων. Κι ένα ψυχιατρικό
σύστημα, το οποίο είναι αυτόνομο και ανεξάρτητο από το συνολικότερο
σύστημα υγείας κινδυνεύει να αναπαράγει τις διακρίσεις σε βάρος των
πολιτών», λέει ο Κ. Μπαραϊκτάρης.
«Η μόνη μεταρρύθμιση που επιχειρείται στο νομοσχέδιο είναι
διοικητική. Σε καμία περίπτωση όμως δεν εξασφαλίζει αλλαγή των
διαδικασιών, αλλαγή στην ποιότητα και τον τρόπο παροχής των υπηρεσιών», προσθέτει ο Θ. Μεγαλοοικονόμου.
«Ακρως συγκεντρωτικό»
Το νομοσχέδιο, ανέφερε ο Α. Ξανθός, «αντιμετωπίζει χρόνιες
δυσλειτουργίες και προβλήματα της διοίκησης των ψυχιατρικών δομών της
χώρας, καθώς δημιουργείται ένα ενδιάμεσο αποκεντρωμένο σύστημα διοίκησης
με αποφασιστικές και διακριτές αρμοδιότητες και πλήρη διοικητική
υποστήριξη, ενώ σε κάθε επίπεδο διοίκησης συμμετέχουν οι Λήπτες
Υπηρεσιών Ψυχικής Υγείας».
«Ενώ φαινομενικά δείχνει ότι προβάλλει, προάγει την αποκέντρωση,
στην ουσία είναι άκρως συγκεντρωτικό, διότι τα πάντα καταλήγουν σε
εισηγήσεις είτε στις περιφέρειες ή στο υπουργείο. Ακόμη ο υπουργός
μπορεί να ορίζει μέλη στις επιτροπές, αναπαράγοντας και το πολιτικό
μοντέλο» παρατηρεί ο Κ. Μπαϊρακτάρης.
Οσο κι αν ο υπουργός επιμένει ότι «η νέα διοικητική μορφή θα
επιτρέψει να λειτουργήσει με νέους, καλύτερους όρους η τομεοποίηση των
Υπηρεσιών Ψυχικής Υγείας, με άμεσους ωφελημένους κατ' αρχάς και κυρίως
τους ασθενείς, τις οικογένειες και τους φροντιστές τους, αλλά και το
σύνολο των επαγγελματιών ψυχικής υγείας», ψυχιατρική μεταρρύθμιση δεν μπορεί να υπάρχει χωρίς την αλλαγή του περιεχομένου, των πράξεων, της κουλτούρας.
Δεν είναι μια διαδικασία που ανάγεται στο κλείσιμο του ψυχιατρείου ως
κατάργηση, με τη μεταφορά αλλού των ίδιων πρακτικών του εγκλεισμού και
γενικά του κυρίαρχου ψυχιατρικού παραδείγματος, όπως άλλωστε το βλέπουμε
σε όλες τις ψυχιατρικές κλινικές των γενικών νοσοκομείων κ.λπ.
«Είναι μια διαδικασία της οποίας βασικό υποκείμενο -από κοινού με
τον λειτουργό ψυχικής υγείας και με την ευρύτερη κοινωνία- πρέπει
διαρκώς να αναδύεται η ανθρώπινη ύπαρξη που πάσχει. Είναι μια διαδικασία
που λειτουργεί θεραπευτικά στον βαθμό που διαρκώς, σε κάθε στιγμή,
αμφισβητεί και ξεπερνά τα παγιωμένα όρια ενός συστήματος δομημένου στη
λογική της απόρριψης», επισημαίνει ο Θ. Μεγαλοοικονόμου.
«Δηλαδή, δεν μπορούμε να μιλάμε για τομεοποίηση και να μην
εννοούμε αλλαγή νοοτροπίας. Δεν έχουν καταφέρει, αρνούνται, οι μονάδες
ψυχικής υγείας να δουλεύουν στη λογική της ανάληψης ευθύνης των αναγκών
του συγκεκριμένου πληθυσμού, διαιρώντας με τον τρόπο αυτό τη χώρα, που
είναι προϋπόθεση της ψυχιατρικής μεταρρύθμισης» προσθέτει. Μεγαλύτερο
είναι το πρόβλημα με τις μονάδες ψυχικής υγείας των παιδιών, αφού όπως
λέει «είναι ακόμα πιο λίγες από τις υπηρεσίες για τους ενήλικες».
Κέντρα Ψυχικής Υγείας
Ενδεικτική είναι η αναφορά στο νομοσχέδιο των Κέντρων Ψυχικής Υγείας
ως μονάδων παροχής πρωτοβάθμιων υπηρεσιών, ενώ στην πραγματικότητα
-είναι κοινός τόπος διεθνώς- τα κέντρα αυτά παρέχουν πρωτοβάθμια,
δευτεροβάθμια και τριτοβάθμια φροντίδα υγείας.
Ενδεικτικό είναι και το στοιχείο ότι το νομοσχέδιο κάνει λόγο για 11
τομείς στην Αττική, με 5 εκατομμύρια πληθυσμό, τη στιγμή που η
τομεοποίηση ορίζει αναλογία τομέα ανά 100.000 κατοίκους, με ανάγκη
επομένως 50 τομέων.
«Η αντιμετώπιση των χρόνιων δυσλειτουργιών και των προβλημάτων
διοίκησης των ψυχιατρικών δομών της χώρας», με το νέο νομοσχέδιο, όπως
έχει τονίσει ο υπουργός Υγείας, δεν θα λύσει τη δύσκολη πραγματικότητα
των πολιτών με ψυχιατρική εμπειρία, τονίζουν οι επιστήμονες. Ακόμα κι αν
-όπως αναφέρεται- ζητείται η συμμετοχή τους ως «τιμώμενη» μειονότητα
στις μεγάλες επιτροπές και τομείς, περισσότερο προσχηματική μοιάζει παρά
ουσίας.
«Λείπουν αισθητά τα ίδια τα άτομα με ψυχιατρική εμπειρία από την
εκπροσώπηση. Χρησιμοποιεί το νομοσχέδιο τους λήπτες των υπηρεσιών σαν
εξωραϊσμό, βάζοντας έναν σε κάθε εννεαμελή επιτροπή, ο οποίος, όπως
πάντα, θα υφίσταται τον διαρκή έλεγχο και τον λόγο των "ειδικών". Οι
συνέπειες είναι πάντοτε οι ίδιες: η άσκηση ελέγχου με την έννοια της προσαρμογής του», λέει ο Θ. Μεγαλοοικονόμου.
«Το αδύνατο σημείο του κειμένου είναι ο ετεροκαθορισμός, ο
ετεροπροσδιορισμός και η αφαίρεση του λόγου των πολιτών με ψυχιατρική
εμπειρία που φαίνεται στην τεχνική, διοικητική, διαχειριστική λογική της
πρότασης. Βάζοντας τον εαυτό μου σε αυτό το σύστημα που προτείνεται
νιώθω ότι είμαι από κάθε πλευρά εξαρτημένος, ότι δεν υπάρχω ως υπόσταση.
Είναι υποτιμητικό. Αν θέλουμε να μιλάμε για εκσυγχρονισμό, κάτι άλλο
πρέπει να σκεφτούμε» συμπληρώνει ο Κ. Μπαϊρακτάρης.
Παραμένει επομένως στο αρχείο το αναξιοποίητο μέχρι σήμερα κεφάλαιο
μιας χειραφετητικής θεωρίας και πράξης που είναι η εμπειρία της Λέρου, η
οποία, αν και ανολοκλήρωτη, υπήρξε, ήταν δυνατή, έγινε.
Εμπειρία από μια πρακτική ριζικού μετασχηματισμού του ψυχιατρικού
θεσμού, αλλά και των κοινωνικών στάσεων και αντιλήψεων, που έπαιξε
καταλυτικό ρόλο στις αλλαγές, οι οποίες συντελέστηκαν στο νησί.
Το πολύτιμο αυτό εφόδιο απέναντι στα αδιέξοδα και τις αγκυλώσεις της
ψυχιατρικής παντού, σε όλη τη χώρα, ίσως ξανασκεφτούν οι αρμόδιοι να
αξιοποιήσουν για το χτίσιμο ενός άλλου μέλλοντος για την ψυχική υγεία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου