Attzaz Ulhaq: «Πρέπει να έχεις γερά νεύρα για ν’ αντέχεις όσα είδα στην Ειδομένη»
Ο Attzaz είναι 26 χρονών. Ξεκίνησε από μία επαρχία κοντά στο
Ισλαμαμπάτ του Πακιστάν το 2009 κι από τότε ζει στην Ελλάδα. Αίτηση
ασύλου έχει κάνει από το 2011 και περιμένει. Πετυχαίνουμε ο ένας τον
άλλο συχνά σε διάφορες δράσεις, αφού όπως λέει ο ίδιος, σε άπταιστα
ελληνικά «όλα τα θέματα έχουν στη βάση τους κοινωνικό χαρακτήρα, ακόμα
και το μεταναστευτικό, γι’ αυτό είμαι πάντα μέσα στους κοινωνικούς
αγώνες».
Έτσι
βρέθηκε και στην Ειδομένη. Ταξίδεψε ως εκεί και πίσω μόνος του, με δικά
του έξοδα, χωρίς να είναι κομμάτι κάποιας ΜΚΟ ή έμμισθης αποστολής,
απλά για να βοηθήσει ένα φίλο του, αλλά και όποιον άλλον μπορούσε για
τις λίγες μέρες που έμεινε εκεί.
«Φτάσαμε Σάββατο βράδυ» μου λέει ξεκινώντας την αφήγηση.
«Πλησιάζοντας είδαμε τα λεωφορεία να σχηματίζουν ουρά. Έρχονται από
Αθήνα, Καβάλα, και λίγα από Θεσσαλονίκη. Είναι συγκεκριμένα τα
δρομολόγια που μεταφέρουν πρόσφυγες. Περιμέναμε για πολύ ώρα στην ουρά
κι εμείς μέχρι να προσεγγίσουμε το σημείο που βρίσκονται οι σκηνές.
Όταν τελικά φτάσαμε, ο οδηγός είπε στον κόσμο να κατέβει. Αλλά εκείνη
την ώρα ήρθε μία γυναίκα από τον καταυλισμό και του ζήτησε να κρατήσει
τον κόσμο μέσα γιατί στις σκηνές δεν υπήρχε χώρος γι’ αυτούς. Ήταν 4 τα
ξημερώματα πια. Εκείνος απάντησε ότι το λεωφορείο δεν είναι ξενοδοχείο,
κι ότι έπρεπε να γυρίσει πίσω. Οπότε κατέβηκαν όλοι. Οι οικογένειες με
τα μικρά παιδιά αναγκαστικά έμειναν έξω στο κρύο. Έτσι κι
αλλιώς, οι σκηνές παρ’ όλο που είναι πολλές δε φτάνουν. Κάμποσοι
αναγκάζονται να κοιμηθούν έξω στο χώμα. Ανάβουν φωτιές και ξαπλώνουν
γύρω για να ζεσταθούν.»
Καθώς ανοίγω το λάπτοπ στο καφενείο όπου έχουμε καθίσει για να
μιλήσουμε, βλέπω τις ερωτήσεις που έχω έρθει προετοιμασμένη να του κάνω,
αλλά για την ώρα τις αφήνω στην άκρη. Ο χειμαρρώδης λόγος του σίγουρα
θα καλύψει τις περισσότερες. Συνεχίζει με μία περιγραφή της περιοχής για
να με βοηθήσει να αποκτήσω εικόνα.