Της Μαρίας Λούκα
Την περίοδο της δικτατορίας του Μεταξά το καθεστώς εκτόπιζε τους χρήστες της ηρωίνης – οι οποίοι εκείνοι την περίοδο περιορίζονταν σε μικρούς περιθωριακούς κύκλους – στην Ιο. Κάποιοι πέθαναν από ασιτία γιατί πωλούσαν την τροφή τους , ώστε να εξασφαλίσουν τη δόση τους. Στη «δημοκρατία» του 2011, όπου οι τοξικοεξαρτημένοι έχουν πολλαπλασιαστεί και η Ιος έχει μετατραπεί σε δημοφιλή τουριστικό προορισμό , «εκτοπίζονται» στην οδό Τοσίτσα, τα στενά της Ομόνοιας και τις γειτονιές του Μεταξουργείου, στις σκοτεινές γωνιές του αστικού ιστού για να μη διασαλεύουν το «καθαρο» πρόσωπο της πόλης. Στην καλύτερη περίπτωση αντιμετωπίζονται ως άρρωστοι που αρκεί η χορήγηση ενός υποκατάστατου σ’ ενα ψυχρό ιατρείο σήμερα, σ’ ενα φαρμακείο και γιατί όχι απευθείας από ενα μηχάνημα αύριο για να εξοφληθούν οι λογαριασμοί κοινωνικής ευαισθησίας , που μια ευνομούμενη δυτική Πολιτεία οφείλει να έχει.
Ειναι γεγονός οτι η πολυπόθητη ολοκληρωμένη Εθνική Στρατηγική Καταπολέμησης των Ναρκωτικών , στην Ελλάδα δεν απέδωσε ιδιαίτερα. Μάλλον επειδή δεν υπήρξε ποτέ ολοκληρωμένη, ίσως ούτε καν στρατηγική, παρά ίσως αποσπασματική προσπάθεια με πενιχρά μέσα να αντιμετωπιστεί ένα τμήμα του προβλήματος και το υπόλοιπο να παραμείνει κρυμμένο κατω απ’ το χαλί οικογενειακών δυστυχιών ή να μετατρέπεται περιστατικό των αστυνομικών συμβάντων. Τωρα όμως ακόμα κι αυτές οι προσπάθειες κινδυνεύουν να καταρρεύσουν , καθώς γίνονται με τη σειρά τους ένα νούμερο στους λογιστικούς υπολογισμούς κυβέρνησης – τροικας.
Οι 25 μονάδες του ΟΚΑΝΑ προσφέρουν αυτή τη στιγμή υπηρεσίες σε περίπου 5800 ανθρώπους. Μέθοδος τους είναι η υποκατάσταση είτε με μεθαδόνη, είτε με βουπρενορφίνη και καταρχήν αποσκοπούν στη «μείωση της βλάβης», δηλαδή μέσα από ενα ολοκληρωμένο σύστημα φαρμακευτικής θεραπείας, ιατρικής παρακολούθησης και ψυχοκοινωνικής υποστήριξης περιορίζουν τις επιπλοκές που σχετίζονται με τη χρήση ναρκωτικών όπως είναι η μετάδοση μολυσματικών ασθενειών ή η μικροπαραβατικότητα για την εξέυρεση της δόσης, βελτιώνουν το επίπεδο ζωής των εξαρτημένων και βοηθούν στην ανοικοδόμηση οικογενειακών και κοινωνικών σχέσεων, ανοίγοντας έτσι το δρόμο για την οριστική απεξάρτηση. Επειδή όμως αυτές οι δομές είναι πολύ λίγες για να ανταποκρινθούν σ’εναν πληθυσμό, που η επισημη καταγραφη του 2009 τον υπολόγιζε σε 25000 αλλα στην πραγματικότητα είναι πολύ μεγαλύτερος , αν συνεκτιμήσουμε την αύξηση της χρήσης αλλά και τις περιπτώσεις που δεν καταγράφονται, το αποτέλεσμα είναι η «λίστα της ντροπής». Σ’ αυτή χωρούν περίπου 5000 άτομα με μέσο όρο αναμονής τα 7 χρόνια. Τα στοιχεία δείχνουν ότι όταν περάσουν τα «χρόνια της υπομονής» μόνο το 22% εντάσσεται στο πρόγραμμα, γιατί στο μεταξύ το 8% έχει ππεθάνει, το 9% είναι φυλακή και το μεγαλύτερο ποσοστό «αγνοείται».
Ο Υπουργός Υγείας λοιπόν παίρνοντας σοβαρά το ρόλο του ως «μαθητευόμενου μάγου» αποφάσισε να εξαφανίσει τη λίστα εξαφανίζοντας παράλληλα και τις 25 υπάρχουσες δομές και να φτιάξει 32 νέες μονάδες στην Αθήνα και 11 στη Θεσσαλονίκη στα δημόσια νοσοκομεία, μειώνοντας τον προυπολογισμό του ΟΚΑΝΑ κατα 50% (υπουργική απόφαση 26/08/2001) και με το προσωπικό του φορέα στην καλύτερη περίπτωση στάσιμο και στη χειρότερη υπό εργασιακή εφεδρεία. Σκέφτηκε δηλαδή οτι ενδεδειγμένη λύση για δυο βαθιά προβληματικά, υποστελεχωμένα και υποχρηματοδοτούμενα συστήματα όπως είναι το ΕΣΥ και ο ΟΚΑΝΑ, είναι η ένωση τους για να μοιράστουν το προσωπικό , τους θεραπευόμενους και σίγουρα τον πόνο τους. Η πολιτική των περικοπων βέβαια συμπαρασύρει και τις συμπληρωματικές δομές του ΟΚΑΝΑ, όπως είναι η δομή επανένταξης, τα προγράμματα άμεσης παρέμβασης, η δουλειά στο δρόμο, οι ανταλλαγές συριγγων αλλά και η πρόληψη. Ο Παναγιώτης Τριανταφύλλου, πρόεδρος των εργαζομέων στα κέντρα πρόληψης του ΟΚΑΝΑ μας εξηγεί πως «αυτές οι μονάδες χρηματοδοτούνται κατα 50% από το Υπουργείο Υγείας – ποσό που περικόπτεται τώρα κατά το ημισυ- και κατα 50% από το Υπουργείο Εσωτερικών μέσω των δήμων, το οποίο μας χρωστάει 12,2 εκατ και απειλούνται οι δράσεις που κάνουμε σε γονείς, εκπαιδευτικούς και νέους ανθρώπους για να μην αναπτυχθούν αποκλίνουσες συμπεριφορές». Ασφαλώς και σ’ αυτό το σχεδιασμό δεν υπήρξε καμία «κοινωνική διαβούλευση» με τα εμπολεκόμενα μέλη και κυρίως με τους κατεξοχήν ενδιαφερόμενους, τους χρήστες των προγραμμάτων του ΟΚΑΝΑ. Αυτό το βίωμα όμως είναι πολύτιμο και αξίζει να καταγραφεί.
Ο 55 χρονος Γ. πηγαίνει εδώ και 10 χρόνια στη μονάδα του ΟΚΑΝΑ στην οδό Καποδιστρίου. Κατάγεται από μεγαλοαστική οικογένεια και ξεκίνησε τη χρήση το 1975. Εκανε αίτηση για ένταξη στο πρόγραμμα μεθαδόνης το 1997 και τον κάλεσαν το 2001. «Δεν είχα πλέον φλέβες για τρύπημα. Ενιωθα ότι βρισκόμουν στον πάτο. Τωρα στέκομαι ξανά στα πόδια μου. Σ’ ακουμπά βαθιά η πρέζα, χτίζεις τη ζωή σου πάνω της. Είναι δύσκολο να καθαρίσεις χωρίς ολοκληρωμένη θεραπευτική διαδικασία. Γι’ αυτό φοβάμαι ότι δε θα λειτουργήσει αυτή αλλαγή που ετοιμάζουν. Δε μπορεί το πρόγραμμα να είναι απρόσωπο. Χρειάζεσαι ένα σημείο αναφοράς. Νιώθεις σα νεογέννητο όταν εντάσσεσαι στο πρόγραμμα, χωρίς σταθερή θεραπευτική σχέση και υπόβαθρο είσαι ξεκρέμαστος, δε μπορείς να ξεφύγεις , βολοδέρνεις πάντα εκει μέσα».
Η Α. ειναι 33 χρονών, ξεκίνησε τη χρήση ηρωίνης και κοκαίνης από τα 15 της. Περίμενε 7,5 χρόνια για να μπει σε πρόγραμμα του ΟΚΑΝΑ. Ολο αυτό το διάστημα αναμονής έκανε άλλες προσπάθειες, όπως μας διηγείται η ίδια, για παράδειγμα στην ιδιωτική κλινική «Αγιος Νικόλαος» πληρώνοντας 2 εκατ δραχμές το 2000, χωρίς αποτέλεσμα. Σ’ όλη τη διάρκεια της συζήτησης μας, η μόνιμη της επωδός είναι μια έκφραση ευγνωμοσύνης προς τη θεραπεύτρια της που βλέπει σταθερά μια φορά την εβδομάδα επι 2,5 χρόνια στη μονάδα του Πειραιά. «Οι θεραπευόμενοι δε μπορούν να ανοιχτούν σε οποιονδήποτε. Πρέπει να νιώσουν εμπιστοσύνη. Η θεραπεύτρια μου ξέρει τα πάντα για μένα, δε μπορεί να την αντικαταστησει κανείς, ούτε εγώ να ξεκινήσω απ’ την αρχή. Το οτι θα μεταφερθώ κάπου αλλού μου δημιουργεί ανασφάλεια. Ξερεις δεν αρκεί μόνο το υποκατάστατο. Η μεθαδόνη για μένα σημαίνει πίστωση χρόνου για να αλλάξω ζωή και να αγαπήσω τον εαυτό μου. Δε φαντάζομαι τον εαυτό μου να συνεχίζει τη χρήση της μεθαδόνης μετά από καιρό. Το πλάνο μου είναι το Δεκέμβρη να μηδενίσω.»
Ο 50 χρονος Τ. από τη δόμή του Πειραιά που προορίζεται να κλείσει στις 2 Οκτωβρίου, ξεκίνησε τη χρήση στα 22 του. Στα 27 παντρεύτηκε. Η γυναίκα του ήταν επίσης χρήστρια, έκαναν δύο παιδιά και έζησαν έτσι περίπου 20 χρόνια, ώσπου το 2001 αυτός μπήκε φυλακή και εκείνη έκανε αίτηση στον ΟΚΑΝΑ. Τη φώναξαν το 2007 και ακολούθηκε ο ίδιος το 2008. Πλεον έχουν χωρίσει. Εκείνη δεν έχει ξεμπλέξει αλλά αυτός εργάζεται κανονικά και ζει με τα παιδιά του. Μάλιστα επειδή επέδειξε αρκετά καλή συμπεριφορά , δε χρειάζεται πλέον να πηγαίνει καθημερινά στη μονάδα για τη χορήγηση του υποκατάστατου. Πηγαίνει μια φορά την εβδομάδα , κάνει συνεδρία με το θεραπευτή του και παίρνει τις δόσεις που χρειάζεται για το σπίτι. «Ακολούθησα πιστά τις οδηγίες του προγράμματος και δεν ξανακούμπησα τίποτα. Δεν πίστευα κι εγω ότι θα τα καταφέρω. Η χρήση έχει μεγάλη μοναξιά, παγώνουν τα συναισθήματα σου, ξεχνάς να μιλάς, δεν έχεις φίλους. Γι’ αυτό είναι σηγμαντικό το θεραπευτικό πλαίσιο. Ολη την εβδομάδα περιμένω να δω το θεραπευτή μου, ν’ αδειάσω τις σκέψεις μου. Είναι σημαντικό να απορροφηθεί η λίστα αλλά όχι σα να ανοίγεις ένα λάκκο για να βάλεις πολλούς μέσα». Ολοκληρώνοντας την κουβέντα μας , μου λέει να βάλω το πραγματικό του όνομα γιατί «έμαθε πλέον να μην κρύβεται από την κοινωνία». Η κοινωνία όμως δεν έχει μάθει ακόμα να μην κρύβει και να αγκαλιάζει τις αντιφάσεις της.
Βέβαια αυτές οι φωνές δεν έφτασαν να καλύψουν τις τυμπανοκρουσίες του Υπουργείου την Παρασκευή 16 Σεπτεμβρίου, που εγκαινιάστηκαν 10 νέες μονάδες στα νοσοκομεία της Αττικής. 200 νέοι χρήστες από τις λίστες αναμονής κλήθηκαν , προκειμένου να ενταχθούν στις νέες μονάδες και σε μεγάλο βαθμό έφυγαν άπραγοι. Η Μένη Μαλλιώρη, πρόεδρος του ΟΚΑΝΑ, δηλώνει «εντυπωσιασμένη από τις μονάδες που επισκέφτηκε». «Είδα ανθρώπους με γελαστά πρόσωπα», μας λεει. Η Εμμυ Κουτσοπούλου, θεραπέυτρια μέχρι πρόσφατα στη δομή του Περιστερίου και από την Παρασκευή στον Αγιο Σάββα και αντριπρόεδρος του συλλόγου εργαζομένων στον ΟΚΑΝΑ, δεν αντίκρυσε ακριβώς το ίδιο θέαμα: « Το πρωι της Παρασκευής βρήκαμε τις καθαρίστριες στο χώρο που είχε διαμορφωθεί να προσπαθούν να απομακρύνουν τα μπάζα. Δεν υπήρχαν καν πόρτες. Εμφανίστηκαν 15 άτομα που είχαν κληθεί και ζητούσαν να χορηγηθούν. Τους βγάλαμε έξω και τους είπαμε να ξαναρθουν σε δύο εβδομάδες αφου ο χώρος ήταν εντελώς απροετοίμαστος και μετά περιφέρονταν στο νοσοκομείο. Η στελέχωση για μια δομή που θα εξυπηρετεί σίγουρα 100 εξαρτημένους ήταν 3 άτομα από τον ΟΚΑΝΑ και 3 από το νοσοκομείο. Μας ειδοποίησαν αρον αρον, ούτε τους θεραπευόμενους μας δεν προλάβαμε να χαιρετίσουμε. Αυτοί είναι μες στο αγχος, ρωτάνε συνέχεια που θα πάνε και αν θ’ αλλαξουν θεραπευτή. Δεν υπάρχει καμία σοβαρή πρόβλεψη για τους μακροχρόνια θεραπευόμενους που έχουν μια σταθερή θεραπευτική σχέση και τώρα θα τιναχτεί στον αέρα. Υπάρχει μια διάσταση ανηθικότητας σ’ αυτούς τους σχεδιασμούς. Η χορήγηση υποκατάστατου πρέπει να είναι συνδεδεμένη μ’ ενα σύστημα ελέγχου και υποστήριξης που απαιτεί εξειδικευμένο προσωπικό με εμπειρία, σύμφωνα με τις ευρωπαικές προδιαγραφές. Η λίστα δημιουργήθηκε από την έλλειψη δομών και προσωπικού. Το θέμα δεν είναι απλώς να απορροφηθεί αλλά να προσφέρεται μια ποιότητα υπηρεσιών».
Τα υποκατάστατα δεν είναι καραμέλες αλλα ουσίες εξαιρετικά εξαρτησιογόνες και δυνητικά τοξικές. Το όραμα της αρθροας χορήγησης τους σ’ ενα ανεπαρκές πλαίσιο, χωρίς επιτημονικά εχέγγυα, με ελλιπές προσωπικό που είτε είναι ακατάλληλο για το συγκεκριμένο πληθυσμό, είτε τελεί υπό τον διακριτικό εκβιασμό της εργασιακής εφεδρείας , μπορεί να γίνει ιδιαίτερα ανεύθυνο ευνοώντας τη διασπορά των ουσιών στην κοινότητα και τη δημιουργία μιας «μαυρης αγοράς» μεθαδόνης και βουπρενορφινης , ακόμα και την ιοθέτηση επικίνδυνων πρακτικών όπως η ένεση βουπρενορφίνης. Παράλληλα η αποδιοργάνωση του δημόσιου πυλώνα της απεξάρτησης ανοίγει χώρο στην ιδιωτική πρωτοβουλία, η οποία για χρόνια εκμεταλλεύεται τον ανθρώπινο πόνο σε αντιειστημονικά αδρά πληρωμένα και εντελώς παράνομα κέντρα αποτοξίνωσης. Το παράδειγμα της ιδιωτικής κλινικής «Αγιος Νικόλαος» στον Πειραιά , όπου πριν δύο χρόνια ο 30χρονος Κώστας Σταυριανάκης έχασε τη ζωή του από το κοκτειλ «θανάτου» που του χορηγηθηκε ,με πόρισμα του Σωματος Επιθεωρητών Δημόσιας Υγείας που μιλάει για παράνομη λειτουργία και πλήθος δικαστικών εκκρεμοτήτων , είναι το πιο σκαναδαλώδες. Η κλινική συνεχίζει ανενόχλητη τη δράση της κάτω από τη μύτη του Υπουργείου αλλά και της δημοτικής αρχής του Πειραιά, η οποία έκανε μεν σημαία της την απομάκρυνση της μονάδας του ΟΚΑΝΑ από την περιοχή , ανέχεται όμως τους ιδιωτικούς τσαρλατανισμούς.
Η ιατρικοποίηση ενός κοινωνικού φαινομένου, η αναπαραγωγή των πλέον λαικιστικων στερεοτύπων για την εξάρτηση, η εξυπηρέτηση μικροπολιτικών συμφερόντων , τα εποικοινωνιακά πυροτεχνήματα , η καταστροφή ενός ελάχιστου δικτύου προστασίας για ένα από τα πλέον ευάλωτα τμήματα του πληθυσμού μάλλον δε βοηθά την επιστροφή των χρηστών στο «φυσικό τους χώρο», που σε καμία περίπτωση δεν είναι το ΕΣΥ, όπως ουκ ολίγες φορές ανώδυνα ειπώθηκε στα ρεσιταλ της τηλεοπτικής υποκρισίας, αλλά η κοινωνία.
Ο επίλογος στον Παύλο Σιδηρόπουλο:
«Πουλάμε σώμα και ψυχή
δώστε μας λίγη προσοχή
στα υπόγεια μαύροι ποντικοί
λουφάζουνε δύο-δύο…
Κατά τα άλλα εσείς
που ‘σαστε υγιείς
και αξιοπρεπείς
βοηθήστε μας και λίγο.
Δώστε μας πνοή
στέγη και τροφή
μια ιδέα στεγανή
που να μην μπάζει κρύο.»
δώστε μας λίγη προσοχή
στα υπόγεια μαύροι ποντικοί
λουφάζουνε δύο-δύο…
Κατά τα άλλα εσείς
που ‘σαστε υγιείς
και αξιοπρεπείς
βοηθήστε μας και λίγο.
Δώστε μας πνοή
στέγη και τροφή
μια ιδέα στεγανή
που να μην μπάζει κρύο.»
*Τα αρχικά των χρηστών είναι ενδεικτικά. Τα πλήρη στοιχεία τους βρίσκονται στη διάθεση του Εψιλον και για ευνόητους λόγους δε δημοσιοποιούνται.
Δημοσιεύτηκε στο Εψιλον
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου